Ανεβήκαμε το"ΤΕΤΑΡΤΟ ΣΚΑΛΙ"!
Με το ηλιακό μας λεωφορείο συνεχίζουμε και φέτος μαζί !!!!
Το μαθητικό μας ιστολόγιο με θέματα γύρω από τη σχολική ζωή στην τάξη , τις κατ΄ οίκον εργασίες , τις ομαδικές εργασίες των μαθητών ,τις δραστηριότητες , τις επισκέψεις , τη δημιουργική απασχόληση των μαθητών που πηγαίνουν στη Δ΄ Δημοτικού συνεχώς ανανεώνεται με πολλά "μαθητικά θέματα" και ενδιαφέροντα!
Ηπρωτομαγιά γιορτάζεται σε όλο τον κόσμο από τα αρχαία χρόνια, επειδή τοποθετείται στην
αρχή της άνοιξης. Εκτός όμως από γιορτή της άνοιξης την πρωτομαγιά γιορτάζει
και το εργατικό κίνημα. Η Εργατική πρωτομαγιά έχει το ξεκίνημά της στο Σικάγο
των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου το 1886 κατά τη διάρκεια μιας συγκέντρωσης για την
καθιέρωση του 8ώρου, η αστυνομία πυροβόλησε και σκότωσε 12 διαδηλωτές. Η
εργατική πρωτομαγιά καθιερώθηκε σαν παγκόσμια ημέρα το 1891 για την ανάμνηση
της καθιέρωσης του 8ώρου στην εργασία και των θανάτων των εργατών στο Σικάγο.
Μετά από πολλές άλλες συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις των εργατικών συνδικάτων σε
όλο το κόσμο, η πρωτομαγιά έχει καθιερωθεί σαν ημέρα απεργίας.
Στην
Ελλάδα τα γεγονότα του 1936 στη Θεσσαλονίκη έδωσαν την έμπνευση στον Γιάννη
Ρίτσο να γράψει τον Επιτάφιο. Κατά τις ταραχές που είχαν πραγματοποιηθεί τότε,
η αστυνομία και ο στρατός χρησιμοποίησαν όπλα με αποτέλεσμα 12 νεκρούς εργάτες.
Παρόλο που η 1η Μαΐου ξεκίνησε σαν ημέρα απεργίας, στην Ελλάδα συγκαταλέγεται
στις προαιρετικές αργίες.
Η φωτογραφία της μάνας που θρηνεί πάνω από το άψυχο κορμί του γιού
της τραβιέται από φωτορεπόρτερ που βρέθηκε στο περιστατικό και την άλλη
μέρα το πρωί φιγουράρει στην πρώτη σελίδα πολλών αθηναϊκών εφημερίδων. Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος,συγκλονίζεται. Σύμφωνα με μαρτυρία του ιδίου
του ποιητή, κλείνεται στη σοφίτα του , κάπου στο Νέο Κόσμο, και την
άλλη μέρα έχει έτοιμα τα τέσσερα πρώτα μέρη του ποιήματος “Επιτάφιος”, που δημοσίευτηκε με τον τίτλο “Μοιρολόι”.
Ήρθε ο Λάζαρος ήρθαν τα Βάγια
Ήρθε κι ο Χριστός να πούμε τ’Αγια
Ήρθε ο Χριστός απ’την Καισαρία
Εκεί έβρισκε Μάρθα και Μαρία
Μάρθα, που’ναι ο Λάζαρος ο αδερφός σας
φίλος του Χριστού και ιδικός μας;
Λένε αφέντη μου, που είναι απεθαμένος
Και με τους νεκρούς ανταμωμένους.
Ας υπάγουμε να τον ιδούμε
και στον τάφο του να λυπηθούμε.
Λέγε Λάζαρε, τι είδες στον Κάτω Κόσμο που επήγες;
Είδα φόβους, είδα τρόμους, είδα βάσανα και πόνους.
Όσα φύλλα έχει ο κίσσαρας και η πόλη παραθύρια
Τόσα καλά να δώσει ο Θεός εδώ που τραγουδούμε
και τη Λαμπρή, την Πασχαλιά καλόκαρδοι να βρούμε.
Το Μπαλουκλί (Τα ψάρια της Ζωοδόχου Πηγής), ποίημα του Γ.Βιζυηνού
Σαράντα μέρες πολεμά ο Μωχαμέτ να πάρη την Πόλη την μεγάλη. Σαράντα μέρες έκαμεν ο ‘γούμενος το ψάρι στα χείλη του να βάλη. Απ’ τες σαράντα κι ύστερα, πεθύμησε να φάγη τηγανισμένο ψάρι. –Αν μας φυλάγ’ η Παναγιά καθώς μας’ε φυλάγει, την Πόλη ποιος θα πάρη; Ρίχτει τα δίχτυα στον γιαλό, τρία ψαράκια πιάνει, –Θεός να τα βλογήση! Το λάδι βάλλει στην φωτιά μες στ’ αργυρό τηγάνι, για να τα τηγανίση. Τα τηγανίζ’ από την μια, και πά’ να τα γυρίση κι από το άλλο μέρος. Ο παραγιός του βιαστικά πετά να του μιλήση, και τάχασεν ο γέρος! –Μην τηγανίζης, γέροντα, και μόσχισε το ψάρι στην Πόλη την μεγάλη! Την Πόλη την εξακουστή οι Τούρκοι έχουν πάρει, μας κόβουν το κεφάλι! –Στην Πόλη Τούρκου δεν πατούν κι Αγαρηνού ποδάρια! Με φαίνεται σαν ψεύμα! Μ’ αν είν’ αλήθεια το κακό, να σηκωθούν τα ψάρια να πέσουν μες στο ρεύμα! Ακόμ’ ο λόγος βάσταγε, τα ψάρι’ απ’ το τηγάνι, την μια μεριά ψημένα, πηδήξανε κι επέσανε στης λίμνης την λεκάνη, γερά, ζωντανεμένα. Ακόμ’ ώς τώρα πλέουνε, κόκκιν’ από το μέρος, όπου τα είχε ψήσει. Φυλάγουν το Βυζάντιο ν’ αναστηθή κι ο γέρος να τ’ αποτηγανίση.